Δευτέρα 10 Μαρτίου 2008

Μια Εισαγωγή στο Σίντο και τον Ιαπωνικό Βουδισμό

Η ιαπωνική θρησκευτική παράδοση είναι πλούσια και πολύπλοκη, περιλαμβάνοντας συμπληρωματικές και αντιφατικές συνάμα κατευθύνσεις της θρησκευτικής σκέψης και πρακτικής με μία ευκολία που κάποιες φορές ίσως να παραξένευε το δυτικό παρατηρητή. Στην καρδιά της παράδοσης βρίσκονται το Σίντο, η επιχώρια θρησκεία της Ιαπωνίας, και ο Βουδισμός, η Ινδική θρησκεία που έφτασε στην Ιαπωνία μέσω της Κορέας και της Κίνας από τον έκτο μέχρι τον όγδοο αιώνα μ.Χ. Καθ’ όλη τη μακρά διάρκεια της ιαπωνικής ιστορίας, οι δύο αυτές θρησκείες ήταν εκείνες που συνέβαλαν τα μέγιστα στην αντίληψη των Ιαπώνων για τον εαυτό τους και τον κόσμο.

ΣΙΝΤΟ Ή Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΩΝ ΘΕΩΝ

Photobucket

Το Σίντο είναι η παλαιότερη ιαπωνική θρησκεία. Οι ρίζες του χρονολογούνται τουλάχιστον στα μέσα της πρώτης χιλιετίας π.Χ.. Έως τον 6 αιώνα μ.Χ. περίπου, οπότε άρχισε στην Ιαπωνία μία περίοδος ταχείας υιοθέτησης του ηπειρωτικού πολιτισμού, το Σίντο υπήρχε ως ένα άμορφο μείγμα λατρείας της φύσης, προσκυνήματος στη γονιμότητα, προφητικών τεχνικών, λατρείας ηρώων και σαμανισμού. Σε αντίθεση με το Βουδισμό, το Χριστιανισμό και το Ισλάμ, το Σίντο δεν έχει ιδρυτή και ούτε ανέπτυξε ιερές γραφές, ρητή θρησκευτική φιλοσοφία ή συγκεκριμένο ηθικό κώδικα. Μάλιστα οι πρώτοι Ιάπωνες ήταν τόσο α-συνείδητοι σχετικά με τη θρησκευτική ζωή τους που δεν είχαν ούτε μία ονομασία για να αναφέρονται στο Σίντο. Οι ονομασίες «Σίντο» και «Ο Δρόμος των Κάμι (θεοί ή πνεύματα)» χρησιμοποιήθηκαν μετά τον έκτο αιώνα, όταν οι Ιάπωνες επεδίωξαν να διαφοροποιήσουν τη δική τους παράδοση από τις ξένες θρησκείες του Βουδισμού και του Κομφουκιανισμού με τις οποίες ήρθαν αντιμέτωποι. Στην προέλευσή του, το Σίντο ήταν η θρησκεία ενός αγνού λαού ευαίσθητου πάνω απ’ όλα στις πνευματικές δυνάμεις που δέσποζαν το φυσικό κόσμο μέσα στον οποίο ζούσε. Σύμφωνα με ένα αρχαίο χρονικό, μέσα στον κόσμο τους μυριάδες πνεύματα λαμπύριζαν σαν πυγολαμπίδες και κάθε δέντρο και θάμνος μπορούσε να μιλήσει.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ούτε ο σχετικά πρωτόγονος αρχικός χαρακτήρας του Σίντο ούτε η εισαγωγή περισσότερο εκλεπτυσμένων θρησκειών, όπως ο Βουδισμός και ο Κομφουκιανισμός, μείωσαν τη σημαντικότητα της θρησκείας. Η αδιάλειπτη ύπαρξη του Σίντο μπορεί να αποδοθεί εν μέρει στις αλλαγές που έγιναν στο εσωτερικό του. Μετά τον έκτο αιώνα, το Σίντο μεταμορφώθηκε σταδιακά σε μία θρησκεία με μικρούς και μεγάλους ναούς και με καθορισμένες γιορτές και τελετουργίες, στις οποίες επιστατούσε μία διακεκριμένη τάξη ιερέων. Εντούτοις, αυτού του είδους οι εξελίξεις άσκησαν μικρή επίδραση στις βασικές αξίες και στάσεις του Σίντο. Πιο σημαντικός παράγοντας για την επιβίωση του Σίντο ήταν οι βαθιές του ρίζες στην καθημερινή και εθνική ζωή του ιαπωνικού λαού παράλληλα με μία έντονη συντηρητική ροπή στην ιαπωνική κουλτούρα.
Η κοσμοθεωρία του Σίντο είναι κατά βάση φωτεινή και αισιόδοξη, όπως αρμόζει σε μία θρησκεία στην οποία κυρίαρχη θεότητα είναι η Θεά του Ήλιου. Αν και δεν αγνοεί τις σκοτεινές πλευρές της ανθρώπινης ύπαρξης, για το Σίντο πρωταρχική ουσία ύπαρξης είναι ο εορτασμός και ο εμπλουτισμός της ζωής.
Η ιαπωνική μυθολογία μάς μαθαίνει πολλά για την κοσμοθεωρία του Σίντο. Δύο έργα του όγδοου αιώνα, το Κοτζίκι (Διήγηση των Παλαιών Πραγμάτων) και το Νιχόνγκι (Χρονικά της Ιαπωνίας), περιέχουν την ιστορία της δημιουργίας των ιαπωνικών νήσων από το θεϊκό ζευγάρι, τον Ιζανάγκι και τη σύντροφό του, Ιζανάμι. Μιλούν επίσης για τη μεταγενέστερη γέννηση πολυάριθμων θεών, με κυρίαρχη ανάμεσά τους τη Θεά του Ήλιου, Αμεταράσου, καθώς και για τη δυναστεία των απογόνων αντιπροσώπων της που κυβερνούν τις νήσους. Εδώ αξίζει να σταθούμε κυρίως σε δύο σημεία της μυθολογίας. Το πρώτο είναι ο προσανατολισμός προς τον κόσμο στον οποίο ζουν. Αν και στη μυθολογία υπάρχει αναφορά και σε άλλους κόσμους, εντούτοις έχουμε απροσδιόριστες μόνο εικόνες για αυτούς, – Η Μεγάλη Κοιλάδα του Παραδείσου, για παράδειγμα, και η Χώρα της Νύκτας, η μιερή γη των νεκρών. Οι πρώτοι Ιάπωνες φαίνεται να έχουν μικρή παρόρμηση να κοιτάζουν πέρα από την τρέχουσα ύπαρξή τους, ευλογημένοι καθώς είναι με το ήπιο κλίμα, τις γόνιμες θάλασσες και τα εντυπωσιακά ορεινά τοπία.
Ένα δεύτερο σημαντικό στοιχείο της μυθολογίας είναι ο στενός δεσμός ανάμεσα στους θεούς, τον κόσμο που δημιούργησαν και τους ανθρώπους. Εδώ απουσιάζουν εμφανώς οι εντάσεις που συναντούμε στη θρησκεία της Δύσης, ανάμεσα στο Δημιουργό και στο δημιούργημά του και ανάμεσα στο ανθρώπινο και στο φυσικό βασίλειο. Σύμφωνα με το Σίντο, η φυσική κατάσταση του κόσμου είναι μία κατάσταση αρμονίας, στην οποία τα θεϊκά, τα φυσικά και τα ανθρώπινα στοιχεία έχουν στενή σχέση. Ο άνθρωπος νοείται ως έμφυτα καλός, ενώ το κακό θεωρείται ότι πηγάζει από την επαφή του ατόμου με εξωτερικές δυνάμεις ή παράγοντες που μολύνουν την αγνή μας φύση και μας οδηγούν σε πράξεις που διασπούν την αρχέγονη αρμονία.
Οι θεότητες του Σίντο αναφέρονται ως κάμι. Αν και ο όρος μεταφράζεται συχνά ως «θεός» ή «θεοί», ωστόσο εκφράζει μία ιδέα για το θείο που διαφέρει σημαντικά από τις αντιλήψεις της δυτικής θρησκείας. Πιο συγκεκριμένα, οι θεότητες του Σίντο δεν μοιράζονται τα χαρακτηριστικά της απόλυτης υπερβατικότητας και παντοδυναμίας, τα οποία είναι συχνά συνυφασμένα με την ιδέα του θείου στη Δύση. Στην ευρύτερη έννοια, ένας κάμι μπορεί να είναι οτιδήποτε εξαιρετικό που εμπνέει δέος και ευλάβεια. Συνεπώς, στο Σίντο συναντούμε ένα ευρύ φάσμα κάμις: υπάρχουν κάμις που σχετίζονται με τα φυσικά αντικείμενα και πλάσματα – τα πνεύματα των βουνών, των θαλασσών, των ποταμών, των βράχων, των δέντρων, των ζώων, κ.ο.κ. Υπάρχουν κάμις- προστάτες συγκεκριμένων τόπων και φυλών. Κάμις θεωρούνται επίσης εξαιρετικά ανθρώπινα όντα, συμπεριλαμβανομένης ολόκληρης της μακράς δυναστείας των αυτοκρατόρων της Ιαπωνίας πλην του τελευταίου. Τέλος, ως κάμις αναγνωρίζονται επίσης οι αφηρημένες δημιουργικές δυνάμεις. Τα κακά πνεύματα είναι επίσης γνώριμα στο Σίντο, λίγα όμως από αυτά μοιάζουν αμετάβλητα. Μπορεί ένας θεός αρχικά να επισύρει την προσοχή στην παρουσία του, επιδεικνύοντας θορυβώδη ή ακόμα και καταστρεπτική συμπεριφορά, παρόλ’ αυτά σε γενικές γραμμές τα κάμις είναι καλοκάγαθα. Ο ρόλος τους είναι να στηρίζουν και να προστατεύουν.
Η λατρεία στο Σίντο γίνεται για να εκφράσει ευγνωμοσύνη στους θεούς και για να εξασφαλίσει τη συνεχή εύνοιά τους. Το προσκύνημα μπορεί να πάρει τη μορφή μεγάλης κοινοτικής γιορτής, που γίνεται σε συγκεκριμένες περιόδους κατά τη διάρκεια του έτους, για τον εορτασμό γεγονότων όπως η ανοιξιάτικη καλλιέργεια και η φθινοπωρινή συγκομιδή ή για τον εορτασμό ιδιαίτερου γεγονότος στην ιστορία ενός ναού. Το προσκύνημα μπορεί επίσης πραγματοποιηθεί ιδιωτικά με ένα πολύ πιο σύντομο τρόπο στο σπίτι ή στη γειτονιά του ναού. Αν και μία γιορτή μπορεί να εξακολουθεί για πολλές ημέρες, αλλάζοντας κάποιες στιγμές διάθεση από την κατάνυξη στην ευεξία ή ακόμα και στην τραχύτητα, η ατομική λατρεία απαιτεί μερικά μόνο λεπτά για να ολοκληρωθεί. Πέρα όμως από αυτές τις διαφορές, οι δύο τύποι λατρείας του Σίντο έχουν τρία ουσιώδη κοινά χαρακτηριστικά. Και οι δύο ξεκινούν με την πλέον σημαντική πράξη του εξαγνισμού, χρησιμοποιώντας συνήθως το νερό. Και στις δύο γίνεται προσφορά στον κάμι -συνήθως φαγητό και συχνά χρήματα στη σημερινή εποχή. Και οι δύο περιλαμβάνουν μία προσευχή ή παράκληση. Μπορούμε να πούμε όμως ότι γενικά η λατρεία του Σίντο λαμβάνει χώρα στο ναό. Οι κατασκευές αυτές, χτισμένες αποκλειστικά από φυσικά υλικά, βρίσκονται σε σημεία που επιλέγονται ως κατοικίες των κάμις και όχι τόσο ως καταφύγια για τους προσκυνητές.
Δεδομένου ότι το Σίντο δεν έχει γραφές, δόγματα και Πιστεύω, το προσκύνημα κατείχε πάντοτε κεντρική θέση στη θρησκεία. Το Σίντο μεταδίδει τις αξίες και τις συμπεριφορές που το χαρακτηρίζουν μέσα από τις γιορτές και τις τελετουργίες καθώς επίσης και τα φυσικά γνωρίσματα του ίδιου του ναού, και όχι μέσω κηρυγμάτων και μελετών. Εξέχουσα θέση ανάμεσα σε αυτές τις αξίες και συμπεριφορές έχουν το συναίσθημα ευγνωμοσύνης και σεβασμού για τη ζωή, η βαθιά εκτίμηση για την ομορφιά και τη δύναμη της φύσης, η αγάπη για την αγνότητα και κατ’ επέκταση για την καθαρότητα, και η προτίμηση για το απλό και το απέριττο στη σφαίρα της αισθητικής.

Ο ΒΟΥΔΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΙΑΠΩΝΙΑ

Photobucket

Όταν ο Βουδισμός μπήκε στην Ιαπωνία τον έκτο αιώνα μ.Χ., είχε ήδη εξελιχθεί σε παγκόσμια θρησκεία με ιστορία χιλιάδων χρόνων. Η μορφή του Βουδισμού που κυριάρχησε εξαρχής στην Ιαπωνία είναι γνωστή ως Μαχαγιάνα, ο Βουδισμός του Μεγάλου Οχήματος. Αυτός έφερε μαζί του έναν τεράστιο κανόνα με θρησκευτικές γραφές, ένα περίτεχνο σώμα δογμάτων, έναν κλήρο καλά οργανωμένο και μία εκθαμβωτική παράδοση θρησκευτικής τέχνης και αρχιτεκτονικής, - στοιχεία που έλειπαν από το Σίντο τον έκτο αιώνα. Είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι, παρόλο που η αντίληψη του για τον κόσμο και την ανθρωπότητα διέφεραν φανερά από αυτή του Σίντο, μπορούμε να βρούμε στα διδάγματα του Μαχαγιάνα Βουδισμού τόσο διαφορές όσο και ομοιότητες με την ντόπια παράδοση. Από τη μία πλευρά, για παράδειγμα, ο Βουδισμός έβλεπε τον κόσμο ως μεταβατικό στάδιο και ως πηγή πόνου για εκείνους που παρέμεναν προσκολλημένοι σε αυτόν, μία άποψη που αντιπαραβάλλεται έντονα στην πρόθυμη αποδοχή του κόσμου από το Σίντο. Από την άλλη, στο Μαχαγιάνα Βουδισμό υπήρχε μία αισιοδοξία που εναρμονιζόταν με το Σίντο – η αισιοδοξία για την ανθρώπινη φύση, καθώς ήταν αφοσιωμένος στην πίστη ότι όλα τα ανθρώπινα όντα έχουν τη δυνατότητα να αποκτήσουν τη σοφία που βάζει τέλος στον πόνο. Και μία έσχατη αισιοδοξία για τον κόσμο αυτό καθ’ εαυτό, καθώς κηρύττει ότι ο κόσμος αποκτά νέα θετική σημαντικότητα εφόσον παραμεριστούν οι ανθρώπινες προσκολλήσεις.
Δεν παραξενεύει το γεγονός ότι στην αρχή οι Ιάπωνες δεν μπορούσαν να εκτιμήσουν το Βουδισμό ως έχει. Θεωρούσαν το Βούδα ως ακόμα ένα κάμι και οδηγούνταν στη θρησκεία από την ομορφιά της τέχνης της και από την ελπίδα για πραγματικά οφέλη, όπως ο πλούτος και η μακροζωία, τα οποία ο Βουδισμός δεν απαξίωνε να υπόσχεται σε λαϊκό επίπεδο. Μέχρι τον έβδομο αιώνα όμως άρχιζαν να εμφανίζονται προσωπικότητες ικανές να συλλάβουν το μήνυμα του Βουδισμού. Σε γενικές γραμμές μπορούμε να δούμε την κατοπινή εξέλιξη του Βουδισμού στην Ιαπωνία ως το αποτέλεσμα μίας συνεχούς διαντίδρασης μεταξύ της ξένης θρησκείας και της γηγενούς θρησκευτικής παράδοσης. Από την πλευρά του ο Βουδισμός έτεινε να αναπτύσσει θετική σχέση με το Σίντο. Αυτό επιτεύχθηκε τελικά με την αναγνώριση των κάμις του Σίντο ως εκδηλώσεις διαφόρων Βούδα και Μποντισάτβα που είχαν μεγαλώσει μέσα στο Μαχαγιάνα Βουδισμό. Μέσω αυτής της σύλληψης οι Βουδιστές κατάφεραν να εισαγάγουν στο Σίντο πολλές από τις ιδέες τους και να υποστηρίξουν εντέλει ότι το Σίντο και ο Βουδισμός ήταν συμπληρωματικές εκδοχές της ίδιας θεμελιώδους αλήθειας –άποψη που κέρδιζε συνεχώς ευρεία αποδοχή στην Ιαπωνία.
Η επίδραση της επιχώριας θρησκευτικής παράδοσης στο Βουδισμό ήταν να φέρει στο προσκήνιο εκείνες τις πλευρές του που ταίριαζαν πιο πολύ στις ιαπωνικές προτιμήσεις. Αυτό μπορούμε να το καταλάβουμε με σύντομες αναφορές σε τρεις βουδιστικές αιρέσεις που αντιπροσωπεύουν με μοναδικό τρόπο τις εξελίξεις στην Ιαπωνία: είναι η αίρεση Σινγκόν του Κουκάι (774-835), η Αληθινή Αίρεση της Αγνής Γης του Σινράν (1173-1262) και η αίρεση που ίδρυσε ο Νιτσίρεν και είναι γνωστή με το όνομά του (1222-1282). Κοι οι τρεις αιρέσεις είναι σήμερα ζωντανές. Όσον αφορά το δόγμα της, η αίρεση Σινγκόν ακολουθεί τη δεσπόζουσα τάση του Βουδισμού, δίνοντας έμφαση στη μεταβατική φύση της ύπαρξης και καλώντας τους πιστούς να υπερβούν το συμβατικό κόσμο του πόνου. Ομοίως και όσον αφορά το ευρύτερο πλαίσιο των πρακτικών της, όπου τονίζει τη σημασία της ηθικής συμπεριφοράς, του διαλογισμού και της μελέτης. Ωστόσο, ο Βουδισμός του Σινγκόν υποστηρίζει ένα διαφορετικό τύπο διαλογισμού. Όντας πιο περίπλοκος από τον παραδοσιακό διαλογισμό, περιλαμβάνει τη χρήση συμβολικών χειρονομιών και συμβολικού λόγου, τις μούντρας και τις μάντρας, καθώς επίσης και ένα είδος βουδιστικής τέχνης γνωστής ως μαντάλα. Η μαντάλα αναπαριστά το σύμπαν όπως το βλέπουν οι πεφωτισμένοι και χρησιμεύει ως αντικείμενο διαλογισμού. Η προφανής πολυπλοκότητα του διαλογισμού του Σινγκόν μαζί με τον πλούσιο συμβολισμό και την ομορφιά της μαντάλα προσδίδουν στην αίρεση ένα αέρα μυστηρίου, που έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα ελκυστικός για εκατομμύρια Ιάπωνες από την εποχή του Κουκάι μέχρι σήμερα.
Στην Αληθινή Αίρεση της Αγνής Γης, ερχόμαστε αντιμέτωποι με έναν πολύ διαφορετικό τύπο Βουδισμού, ο οποίος υποστηρίζει τη σωτηρία μέσω της πίστης παρά τη φώτιση που επιτυγχάνεται με την πρακτική της ηθικής και του διαλογισμού. Βασισμένη στην πεποίθηση ότι καθώς ο χρόνος περνάει, γίνεται όλο και πιο δύσκολο για τα ανθρώπινα όντα να ακολουθήσουν το παράδειγμα του ιστορικού Βούδα – μία ιδέα που ανατρέχει στην Ινδία- η αίρεση διδάσκει ότι στη σύγχρονη εποχή η λύτρωση κερδίζεται μόνο αν στηριχθούμε στη σωτήρια χάρη του ουράνιου Βούδα Αμιδά, ο οποίος κατοικεί σε μία Αγνή Γη στη Δύση. Πολλοί Βουδιστές, όχι μόνο στην Ιαπωνία αλλά και στην Ινδία και στην Κίνα, έχουν αγκαλιάσει αυτή τη δοξασία. Ο Σινράν ήταν ο πρώτος στην ιστορία του Βουδισμού που έβγαλε το ριζοσπαστικό συμπέρασμα ότι η αποδοχή αυτής πρέπει να οδηγήσει στην πλήρη εγκατάλειψη της μοναστικής πειθαρχίας. Κατά συνέπεια, από την εποχή του Σινράν και μετά, είναι σύνηθες για τους ιερείς της Αληθινής Αίρεσης της Αγνής Γης να παντρεύονται και να ζουν ως απλοί άνθρωποι. Η αίρεση εξελίχθηκε σε μία από τις πλέον δημοφιλείς στην Ιαπωνία.
Τέλος, στην αίρεση του Νιτσίρεν συναντούμε την έντονη αίσθηση εθνικής περηφάνειας, που στην Ιαπωνία ήταν συχνά συνυφασμένη με το θρησκευτικό συναίσθημα, να βρίσκεται στην επιφάνεια του Βουδισμού με δραματικό ύφος. Ο Νιτσίρεν ήταν ένας παθιασμένος μεταρρυθμιστής που οραματιζόταν τον εαυτό του και την Ιαπωνία στο κέντρο ενός παγκόσμιου κινήματος για την αναγέννηση αυτού που ο ίδιος θεωρούσε αληθινό Βουδισμό.
Οι μορφές και οι αιρέσεις αυτές δεν αντικατοπτρίζουν βέβαια όλους τους τρόπους με τους οποίους ο Βουδισμός μεταμορφώθηκε στην Ιαπωνία. Μπορούμε ωστόσο να δούμε σε αυτές μερικά από τα προεξέχοντα χαρακτηριστικά του ιαπωνικού Βουδισμού. Στο Σινγκόν συναντούμε μία δυνατή έλξη για το υπερφυσικό και το μυστηριακό, όπως επίσης και για τους αισθητικούς τρόπους αντίληψης και έκφρασης. Στην Αληθινή Αίρεση της Αγνής Γης παρατηρούμε την προτίμηση για ένα είδος Βουδισμού που μπορεί να εφαρμοσθεί μέσα στο πλαίσιο της καθημερινής ζωής. Στην αίρεση του Νιτσίρεν διακρίνουμε μια πανταχού παρούσα συνείδηση της εθνικής ταυτότητας. Δεδομένης της έμφασης του Σίντο στα τελετουργικά και αισθητικά γνωρίσματα του ναού, του προσανατολισμού του προς τον κόσμο που ζούμε και της στενής συσχέτισής του με το μύθο για τις ρίζες της Ιαπωνίας και την Αυτοκρατορική δυναστεία, δεν είναι δύσκολο να διακρίνουμε την επίδραση της γηγενούς θρησκείας στα παρασκήνια αυτών των εξελίξεων.